Live Κίνηση
Περισσότερα
ΔΟΚΙΜΕΣ

Car Legends: Jaguar F-Pace SVR Edition 1988 vs Jaguar XJR-9

Ελλάδα 11:23
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΣΥΡΕΤΕ

Car Legends: Jaguar F-Pace SVR Edition 1988 vs Jaguar XJR-9

ΔΟΚΙΜΕΣ

Car Legends: Jaguar F-Pace SVR Edition 1988 vs Jaguar XJR-9

ΔΟΚΙΜΕΣ

H F-Pace Edition 1988 της Jaguar αποτίει φόρο τιμής στη, βγαλμένη από παραμύθι, νίκη στο Le Mans. Υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να κατανοήσουμε τη σημασία του μονοθέσιου που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης: να το οδηγήσουμε!

Advertisement
Advertisement

Μωβ αμάξωμα, χρυσές ζάντες. Ακούγεται απαίσιο, σωστά; Κι όμως, η Jaguar F-Pace SVR Edition 1988 στην πραγματικότητα είναι μάλλον διακριτική. Τη λες και κομψή. Μόλις την είδα χθες για πρώτη φορά κάτω από τον γκρίζο ουρανό, αναρωτήθηκα για μια στιγμή αν η Jaguar είχε στείλει λάθος αυτοκίνητο: Το χρώμα της μοιάζει μαύρο, όχι μωβ. Αλλά το φως του ήλιου θα «ξυπνήσει» τη βαφή Midnight Amethyst λες και πρόκειται για χαμαιλέοντα.

Γιατί όμως η συγκεκριμένη χρωματική επιλογή; Η Edition 1988 παραπέμπει στη νίκη της Jaguar στο Le Mans, οπότε μπορείτε να φανταστείτε… Η χορηγία της καπνοβιομηχανίας Silk Cut μεταφραζόταν στα αξέχαστα μωβ-λευκά-κίτρινα γραφικά στα πρωτότυπα XLR-9. Ηταν τα μονοθέσια που έφεραν την Jaguar και πάλι στο βάθρο μετά την εποχή της D-Type στα 50s. Στην πίστα θα οδηγήσουμε την XLR-9 που πέρασε πρώτη το νήμα του τερματισμού στο Le Mans το ’88 πυροδοτώντας ξέφρενους πανηγυρισμούς σε ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο.

Βιάζομαι στον δρόμο για να προλάβω πριν οι φύλακες του Jaguar Heritage Trust αλλάξουν γνώμη. Ευτυχώς η F-Pace είναι σε θέση να καλύπτει γρήγορα χιλιομετρικές αποστάσεις. Η Edition 1988 είναι μηχανικά πανομοιότυπη με την υπερτροφοδοτούμενη V8 F-Pace SVR 5,0 lt, ένα αυτοκίνητο που μας εντυπωσίασε από την κυκλοφορία του το 2019. Είναι λιγότερο αντιφατική ως SUV επιδόσεων σε σχέση με τον ανταγωνισμό, διαθέτει προσωπικότητα και οδηγικό ενδιαφέρον.

Advertisement
Advertisement

Σίγουρα δεν είναι τέλεια, καθώς το αυτόματο κιβώτιο οχτώ ταχυτήτων μερικές φορές διστάζει στην επιλογή σχέσης και είναι καλύτερα να χρησιμοποιείς τα paddles πίσω από το τιμόνι για να είσαι σίγουρος ότι έχεις τη σωστή σχέση τη σωστή στιγμή. Το τιμόνι είναι όμορφα γραμμικό σε απόκριση – κάτι που είναι  ευλογία και κατάρα, καθώς το βάρος του δεν μετατοπίζεται στα χέρια στα διάφορα στάδια μιας στροφής, όπως θα περίμενε κανείς, και έτσι φαίνεται λίγο συνθετικό και απoκομμένο. Εχει επίσης πολύ γρήγορη απόκριση αμέσως μετά την κεντρική θέση, οπότε είναι λίγο υπερβολικά ευαίσθητο για τα γούστα μου.

Ακόμα κι αν το μπροστινό μέρος δείχνει πολύ πρόθυμο να βουτήξει στην κορυφή της στροφής, δεν είναι καθόλου νευρικό. Η F-Pace είναι απολύτως ακλόνητη σε όλες τις ταχύτητες. Στην έξοδο των αργών στροφών νιώθεις το ενεργό πίσω διαφορικό να δουλεύει και σε αυτούς τους υγρούς δρόμους βγαίνει από τις σφιχτές στροφές σπινιάροντας ομοιόμορφα με τα τέσσερα. Είναι δύσκολο να μη χαμογελάσεις από ευχαρίστηση.

Advertisement

Ιδίως όταν έχεις μια ηχητική υπόκρουση που ταιριάζει απόλυτα με την απόδοση. Με τη ρύθμιση της εξάτμισης Sport ενεργοποιημένη και με το πρόγραμμα οδήγησης στη θέση Dynamic, η F-Pace παράγει ένα υπέροχο γουργούρισμα. Εκτός Dynamic, με τα πτερύγια της εξάτμισης να παρεμβαίνουν, ο ήχος είναι εξίσου διακριτικός. Δεν ξεκινά με μια αντικοινωνική έκρηξη στροφών και δεν  παράγει συνεχή βόμβο στον αυτοκινητόδρομο.

Advertisement

Είναι, μάλιστα, άνετη στο ταξίδι, αν εξαιρέσεις τον θόρυβο από τους τροχούς 22” στο πιο τραχύ οδόστρωμα, ενώ στην αστική κίνηση η ανάρτηση θα «διαβάσει» τις λακκούβες παρά τα ενεργά αμορτισέρ, χωρίς όμως αυτό τελικά να ενοχλεί ιδιαίτερα.

Το εσωτερικό έχει εκμοντερνιστεί από την εποχή της πρώτης SVR του ’19, με μεγαλύτερη, πιο λεπτή οθόνη αφής ανάμεσα στους περιστρεφόμενους επιλογείς στο ταμπλό. Διαθέτει επίσης μια κομψή διακόσμηση από σατινέ χρυσό σε ταμπλό, ακτίνες τιμονιού, χειριστήρια αλλαγής ταχυτήτων και στην επένδυση των καθισμάτων.

Advertisement

Και τώρα πάρτε βαθιά ανάσα για την τιμή. Η Edition 1988 κοστίζει 138.599 ευρώ στη Γερμανία, σχεδόν 25.000 ευρώ ακριβότερα από την SVR. Τουλάχιστον έχει κάποια σπανιότητα, δεδομένου ότι θα κατασκευαστούν μόνο 394 αντίτυπα.

Ελάχιστα σπανιότερα θεάματα υπάρχουν, βέβαια, από την XJR-9. Μόλις εννέα αντίτυπα κατασκευάστηκαν. Και μόνο ένα κέρδισε το Le Mans – αυτό! Σπρώχνεται προσεκτικά στο pitlane καθώς φτάνουμε: αεροδυναμικά καλύμματα πάνω από τους τροχούς, μωβ χρώμα, Silk Cut. Πατίνα, γρατσουνιές και ουλές μάχης. Αυθεντικά αυτοκόλλητα τεχνικού ελέγχου από το Le Mans του ’8. Ανατριχίλα!

Δίπλα στην F-Pace δείχνει μικρή. Φαρδιά, αλλά συμπαγής και πολύ χαμηλή. Η οροφή της μετά βίας φτάνει το πάνω μέρος της μάσκας της F-Pace. Ο Jock Howe του Jaguar Heritage Trust επιβιβάζεται για έναν γύρο προθέρμανσης και ετοιμάζομαι να τον ακολουθήσω. Οταν ο 7λιτρος V12 της XJR-9 παίρνει μπροστά οι δονήσεις του φτάνουν μέχρι το κάθισμα της F-Pace!

Ο Jock είναι χαλαρός καθώς το αυτοκίνητο ανεβάζει θερμοκρασία. Αυτό μου δίνει τη δυνατότητα να ακολουθώ εύκολα έχοντας από την ψηλή θέση οδήγησης τη F-Pace μια καλή θέα στο μακρύ αμάξωμα της XJR-9.

Οπως και οι προηγούμενες XJR-6 και XJR-8, σχεδιάστηκε από τον ταλαντούχο Tony Southgate και εξελίχθηκε από την Tom Walkinshaw Racing. Είναι χτισμένη γύρω από ένα μονοκόκ ανθρακονημάτων και, όπως άλλα μονοθέσια Group C των ’80s, εκμεταλλεύεται στο έπακρο το ground-effect με κανάλια στο αμάξωμα που δημιουργούν κάθετη δύναμη.

Πάνω από την πόρτα βρίσκονται τα ονόματα των τριών οδηγών της νίκης του Le Mans: Jan Lammers, Andy Wallace και, Johnnie Dumfries, ο οποίος απεβίωσε το 2021. Πίσω στη δεκαετία του ’80 ο Wallace ήταν ο Βρετανός πρωταθλητής της Formula 3 που χτυπούσε την πόρτα της F1, αλλά χωρίς αρκετά χορηγικά κονδύλια για να την περάσει. Τότε ήρθε η κλήση της Jaguar.

«Ερχόμενος από την F3 ήταν λίγο σοκ πόσο μεγάλη έδειχνε η Jaguar. Είναι πολύ γρήγορη στην ευθεία – άλλωστε έχει ρυθμιστεί για τις ευθείες του Le Mans. Είναι όμως ένα αυτοκίνητο με πλήρη αξιοποίηση του ground effect, οπότε έχεις τεράστια αρνητική άντωση. Συνήθως δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολη στην οδήγηση».

Πίσω στην ευθεία της πίστας, ο Jock Howe στην XJR-9 ξαφνικά ξεφεύγει -σαν η F-Pace να έχει κάνει όπισθεν- και στρίβει στο pitlane. Είναι έτοιμη να την οδηγήσω. Ανοίγοντας την πόρτα προς τα πάνω εμφανίζεται ένα εξαιρετικά φαρδύ μαρσπιέ από σύνθετα υλικά για να πατήσω. Τα όργανα είναι αναλογικά, υπάρχουν τρία πεντάλ, το τιμόνι είναι μεγάλο, στρογγυλό και χωρίς μπουτόν, αλλά κατά τα άλλα η αίσθηση είναι πολύ σύγχρονη εδώ μέσα. Υπάρχει ακόμα και ηλεκτρικός καθρέφτης (αν και ο μηχανισμός προέρχεται από… Austin Montego).

Αν και ο V12 αποδίδει τη μέγιστη ροπή μετά τις 6.000 rpm, σήμερα το αυστηρό όριο που μου έχει τεθεί είναι οι 5.000 rpm. Πρόκειται για τον αυθεντικό κινητήρα, ο οποίος έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις ώρες λειτουργίας για τις οποίες έχει σχεδιαστεί.  «Βρισκόμαστε σε άγνωστη περιοχή», χαμογελάει ο Howe. «Είναι σαν να είναι ο παππούς σου πρωταθλητής σπρίντερ στα 100 m – δεν θα του ζητούσες απαραίτητα να τρέξει ξανά».

Πάντως όταν επιταχύνω από το pitlane, νιώθοντας τη ροπή να αυξάνεται και  ακούγοντας το βελούδινο γρύλισμα, αισθάνομαι πως ο V12 είναι έτοιμος για αγώνα. Με τη βελόνα του στροφόμετρου στις 5.000 rpm δείχνει ικανός να συνεχίσει να τραβάει εσαεί. Σε αντίθεση με τις Porsche με τις οποίες η Jaguar πάλευε στην εποχή της, δεν υπάρχει συγχρονισμός στο κιβώτιο ταχυτήτων, επομένως πρέπει να είσαι ακριβής στις αλλαγές σχέσεων. Η 5η είναι πολύ μακριά. «Επιτρέπονταν μόνο πέντε σχέσεις», εξηγεί ο Wallace, «και δεδομένου ότι το αυτοκίνητο έπρεπε να μπορεί να πιάσει πάνω από 385 km/h, υπάρχει μεγάλο κενό μεταξύ 4ης και 5ης».

Περίμενα ότι όλα τα χειριστήρια θα είναι βαριά και είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει υδραυλικό τιμόνι και τα φρένα χρειάζονται γερό πάτημα. Αλλά χάρη στο μεγάλο τιμόνι δεν χρειάζεται να παλεύεις όσο φοβόμουν. Το πιο αξιοσημείωτο είναι το πόσο μοντέρνο δείχνει αυτό το 34χρονο μονοθέσιο. Κάθε αντίδραση είναι τόσο ακαριαία και το αόρατο χέρι της κάθετης δύναμης δίνει πάντα το «παρών».

Σε μια μεγαλύτερη, ακόμα πιο ανοιχτή πίστα, το τιμόνι αναμφίβολα θα βαρύνει καθώς αυξάνεται η κάθετη δύναμη, παρ’ όλα αυτά κι εδώ θα νιώσεις το φαινόμενο του ground effect. Φοράει βρόχινα ελαστικά που είναι ασφαλέστερα σε σχέση με τα σλικ, καθώς η XJR-9 έχει μόνιμα εμπλεγμένο 100% μπλοκέ διαφορικό ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος να σπάσεις ημιαξόνιο σε αγώνα αντοχής.

«Ποτέ δεν σπάσαμε άξονα», θυμάται ο Wallace, «αλλά το μειονέκτημα είναι ότι έχεις πολλή υποστροφή στις αργές στροφές. Πρέπει να μπεις λίγο πιο αργά από ό,τι θα έκανες κανονικά, να στρίψεις και μετά να το σανιδώσεις».

Η XJR-9 τα καταφέρνει καλά στη σφιχτή φουρκέτα του Anglesey και το προφίλ των ελαστικών αναμφίβολα βοηθά ώστε να είναι λίγο πιο ελαφρύ το τιμόνι. Η πρόσφυση που δημιουργούν στη στεγνή πίστα είναι τεράστια. Οταν μπαίνω στα pit είναι κατεστραμμένα. Για την ακρίβεια μοιάζουν σαν να έχουν καεί και στη συνέχεια να έχουν μασηθεί από άγριο ντόμπερμαν.

Αποβιβάζομαι και νιώθω σαν να έχω βγει από φούρνο. Το πίσω μέρος του αμαξώματος αφαιρείται για να κρυώσει και ξαφνικά γίνεται φανερό πόσος κινητήρας υπάρχει πίσω από τον οδηγό. Είναι τεράστιος! Και με ταπεινή προέλευση: είναι ένας V12 με δύο βαλβίδες, στενά συνδεδεμένος με την XJS παραγωγής, με ρίζες σε σχέδιο της δεκαετίας του ’50.

Σε σχέση με την Porsche 962 Group C του 1987 η Jaguar δείχνει οδηγικά πιο σύγχρονη. Σχεδιάστηκε αργότερα. Εχει μονοκόκ από σύνθετα υλικά και όχι από αλουμίνιο. Αισθάνεσαι λιγότερο κλειστοφοβικά στο κόκπιτ απ’ ό,τι στην Porsche και η θέση οδήγησης είναι πιο κεντρικά τοποθετημένη. Αλλά οι αλλαγές ταχυτήτων είναι λιγότερο φιλικές από αυτές της Porsche, ενώ οι δύο κινητήρες έχουν εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα.

Ο εκπληκτικά τραχύς flat-six της 962 είναι πολύ δυνατός: η προοδευτική υστέρηση του turbo δίνει τη θέση της σε ένα παλιρροϊκό κύμα επιτάχυνσης. Ο μεγάλος ατμοσφαιρικός V12 της Jag είναι πιο γραμμικός στην απόδοση ισχύος. Αμφότεροι αποτελούν, πάντως, αξέχαστα highlight της ιστορίας των αγώνων πρωτότυπων.

Η Jaguar κέρδισε ξανά το Le Mans το 1990, με το XJR-12. Από πολλές απόψεις αυτή ήταν και η τελευταία μεγάλη διεθνής νίκη της Jaguar. Η συμμετοχή της στην F1 δεν πήγε πολύ καλά, σε αντίθεση με τη Formula E – αλλά η τελευταία δεν συγκρίνεται σε καμία περίπτωση με το Le Mans. Καθώς η Jaguar επιδιώκει να επανεφεύρει τον εαυτό της μπορούμε μόνο να ελπίζουμε ότι λίγη από τη μαγεία των Silk Cut XJR υπάρχει ακόμη στα West Midlands.

Η F-Pace 1988 Edition είναι ένας φόρος τιμής και έχει ως βάση ένα αυτοκίνητο που έχει αρχίσει να δείχνει την ηλικία του. Κοστίζει αρκετά παραπάνω χρήματα σε σχέση με την SVR αλλά διαθέτει κάτι από αυτή τη σπίθα του αγώνα του ’88. Χωρίς αμφιβολία, εξακολουθεί να καίει και μέσα στην ίδια τη Jaguar: ίσως στις δεκαετίες που ακολουθούν να γραφτούν ακόμα περισσότερα αγωνιστικά παραμύθια…

TECH – JAGUAR F-PACE SVR EDITION 1988
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: 4.999 cc, V8, SUPERCHARGER, 550 PS @ 6.250 rpm, 680 Nm @ 3.500 rpm
ΚΙΒΩΤΙΟ: AYTΟΜΑΤΟ, 8 ΣΧΕΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΔΟΣΗ: ΤΕΤΡΑΚΙΝΗΣΗ
0-100 KM/H: 4,0”
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: 286 km/h
ΒΑΡΟΣ: 2.058 kg
ΤΙΜΗ: ΑΠΟ 138.599 ευρώ (στη Γερμανία)

TECH- JAGUAR XJR-9
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: 6.995 cc, V12, ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΟΣ 760 PS @ 7.500 rpm, 828 Nm @ 6.250 rpm
ΚΙΒΩΤΙΟ: ΧΕΙΡΟΚΙΝΗΤΟ, 5 ΣΧΕΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΔΟΣΗ: ΠΙΣΩ
0-100 KM/H: 3,2”
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: >385 km/h
ΒΑΡΟΣ: 850 kg (LE ΜANS)
ΤΙΜΗ: –

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Οδοιπορικό στο Μαρόκο με το Dacia Duster
Οδηγούμε το αρχέτυπο Renault 5
Συγκριτική δοκιμή: Countach vs Countach!