Live Κίνηση
Περισσότερα
ΔΟΚΙΜΕΣ

Δοκιμή: Alfa Romeo Giulia GTAm

Ελλάδα 4:42
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΣΥΡΕΤΕ

Δοκιμή: Alfa Romeo Giulia GTAm

ΔΟΚΙΜΕΣ

Δοκιμή: Alfa Romeo Giulia GTAm

ΔΟΚΙΜΕΣ

Η Autodelta είναι για την Alfa Romeo ό,τι το τμήμα Μ για την BMW. Τη δεκαετία του ’60 οι γρήγορες Giulia GTA κέρδιζαν αγώνες και έκλεβαν καρδιές. Μπορεί η ατίθαση νέα Giulia GTAm να κάνει το ίδιο;

Advertisement
Advertisement

Φανταστείτε πως ο ταλαντούχος Jochen Rindt δεν είχε σκοτωθεί κατά τη διάρκεια των δοκιμαστικών του GP στη Μόνζα το 1970. Αντίθετα ο 28χρονος Αυστριακός είχε βγει αλώβητος από το μονοθέσιο της Lotus και όντας πλέον χωρίς αυτοκίνητο είχε εκμεταλλευτεί τον ελεύθερο χρόνο του για να επισκεφτεί το αρχηγείο της εργοστασιακής ομάδας Autodelta της Alfa Romeo στο Μπαλόκο. Σε αυτό το παράλληλο σύμπαν ο συνιδρυτής της Autodelta, Carlo Chiti, θα είχε καλωσορίσει τον Rindt και θα τον προσκαλούσε να οδηγήσει την Giulia Sprint GTA με την οποία ο Αυστριακός τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε κερδίσει τον αγώνα του Πρωταθλήματος Τουρισμού στη Σουηδία, έχοντας ως αντίπαλο έναν ακόμα μεγάλο αστέρα της Formula 1, τον Jackie Stewart.

Κάθε λεπτομέρεια του αυτοκινήτου θα ήταν ακριβώς όπως και την ημέρα εκείνου του ιστορικού αγώνα, όπως ακριβώς είναι και σήμερα στην κατακόκκινη 1600 GTA Corsa που έχουμε μαζί μας και η οποία έχει ανακατασκευαστεί με εκπληκτική ακρίβεια από τους σπεσιαλίστες τεχνικούς της Alfaholics προκειμένου να κρατήσει ανεξίτηλη εκείνη τη θριαμβευτική στιγμή. Το αυτοκίνητο με αριθμό πλαισίου AR 613102 είναι ακριβώς αυτό με το οποίο ο Rindt είχε αγωνιστεί τρεις φορές και είχε κερδίσει στη Σουηδία.

Τα μικροσκοπικά αγωνιστικά καθίσματα έχουν την αυθεντική φθαρμένη επένδυση βινιλίου, ο 4κύλινδρος twin-cam και το πεντάρι κιβώτιο με την πυκνή κλιμάκωση έχουν τις ίδιες προδιαγραφές όπως τότε. Ακόμα και η ανάρτηση έχει διατηρήσει την επιθετική ρύθμιση που προτιμούσε ο Rindt, με τη μούρη χαμηλά και καλά βιδωμένη στην άσφαλτο, αφήνοντας τα υπόλοιπα στον χαρισματικό έλεγχο του Αυστριακού.

Advertisement
Advertisement

Η πληροφορία πως το συγκεκριμένο αυτοκίνητο είναι ασφαλισμένο για περισσότερα από ένα εκατομμύριο ευρώ έρχεται και πάλι στο μυαλό προκαλώντας μου ανατριχίλα τη στιγμή που ο δείκτης του στροφόμετρου προσπερνά την ένδειξη των 7.000 rpm. Η Alfa Romeo κατασκεύασε περισσότερες από 100.000 Giulia της Σειράς 105 με κουπέ αμάξωμα κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ’60 και ’70, όμως ομολογκάρισε μόνο 1.000 GTA για αγωνιστική χρήση, οι οποίες εξελίχθηκαν και προετοιμάστηκαν από το αγωνιστικό τμήμα Autodelta και μοιράστηκαν σχεδόν ισόποσα σε εκδόσεις 1.600 cc και 1.300 cc.

Ο κωδικός GTA (Gran Turismo Alleggerita) φανερώνει το σημαντικότερο ίσως στοιχείο των συγκεκριμένων εκδόσεων, καθώς η λέξη Alleggerita είναι η ιταλική μετάφραση του «ελαφρωμένο». Το γεγονός πως η Autodelta κατάφερε να αφαιρέσει 240 kg (μειώνοντας τα ήδη λίγα 980 kg της απλής έκδοσης σε μόλις 740 kg) χωρίς να γεμίσει τρύπες την Giulia κάνοντάς την να δείχνει σαν τρίφτης τυριού, φανερώνει πολλά για την προσπάθεια και φυσικά για τα χρήματα που ξοδεύτηκαν.

Advertisement

Υπολογίζεται ότι περίπου μισές από τις αγωνιστικές GTA έχουν επιζήσει έως σήμερα και η Alfaholics υποστηρίζει πως η συγκεκριμένη είναι η πιο σημαντική 1600 GTA, η πιο πιστά διατηρημένη στην αρχική της μορφή και αυτή με το πληρέστερο ιστορικό αρχείο δραστηριότητας που υπάρχει αυτή τη στιγμή ζωντανή.

Advertisement

Οταν λοιπόν η Alfa Romeo παρουσιάζει ένα νέο μοντέλο που συνδέεται άμεσα με αυτή την κληρονομιά, όπως οι δίδυμες Giulia GTA και GTAm δεν θα μπορούσε να υπάρξει ιδανικότερη παρέα. Η σύνδεση με το καθαρόαιμο αγωνιστικό στοιχείο δεν υπάρχει στη νέα γενιά, όπως δεν υπάρχει πια και η Autodelta, παρόλο που τα σήματά της εξακολουθούν να στολίζουν τις καθαρόαιμες Alfa. Ομως, όπως ακριβώς στο αυθεντικό μοντέλο έτσι και στη σύγχρονη απόδοση, το όνομα GTA πηγαίνει τις όμορφες γραμμές και το ταλαντούχο πάτημα της Giulia στα άκρα.

Και φυσικά όπως η αυθεντική GTA έτσι και η σύγχρονη εξελίχθηκε στην πίστα του Μπαλόκο. Βάση έχει αποτελέσει η Giulia Quadrifoglio, σε σχέση με την οποία η ισχύς έχει αυξηθεί κατά 30 PS στους 540 PS και το βάρος έχει μειωθεί κατά 100 kg στα 1.520 kg, κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί εξαιρετικό αν στην αυθεντική GTA δεν είχε αφαιρεθεί υπερδιπλάσιο βάρος από ένα ήδη πολύ ελαφρύτερο αυτοκίνητο. Η ανάρτηση έχει πιο σφιχτές ρυθμίσεις, το μετατρόχιο αυξήθηκε και τα φρένα έχουν αποκτήσει κεραμικούς δίσκους με την υπογραφή της Brembo.

Advertisement

Η κάθετη αεροδυναμική δύναμη έχει τριπλασιαστεί χάρη στη ρυθμιζόμενη πίσω πτέρυγα και τον εμπρός διαχύτη που εξελίχθηκαν στην αεροδυναμική σήραγγα της Sauber, η οποία ως γνωστό τα τελευταία χρόνια τρέχει στην F1 με τα χρώματα της Alfa Romeo. Πεντακόσια αυτοκίνητα θα παρακάμψουν την κανονική ροή της γραμμής παραγωγής στο εργοστάσιο Cassino και θα βρεθούν στις ειδικές εγκαταστάσεις, όπου θα ολοκληρωθούν χειροποίητα ως GTA και GTAm ανάλογα με τις παραγγελίες που θα υπάρξουν. Δεν υπάρχει λόγος να επεκταθούμε περαιτέρω στο…τυράκι όλης της υπόθεσης, οπότε θα σταθούμε για λίγο στη φάκα.

Το κόστος της GTA φτάνει στα 247.000 ευρώ και αυτό της GTAm ανεβαίνει στα 254.000 ευρώ, σχεδόν διπλάσιο δηλαδή σε σχέση με αυτό μιας κανονικής Quadrifoglio. Το κράνος της Bell με τα σήματα της GTA, η αγωνιστική φόρμα και τα παπούτσια της Alpinestars, καθώς και τα μαθήματα οδήγησης σε πίστα που περιλαμβάνονται στο πακέτο αγοράς μιας GTA ακούγονται άκρως ενδιαφέροντα, όμως στην πραγματικότητα είναι σαν μια γουλιά νερό που προσπαθεί να βοηθήσει να καταπιείς μια πολύ μεγάλη, λαίμαργη μπουκιά.

Σίγουρα μετά από όλα αυτά έχουμε κάθε λόγο να αισθανόμαστε, το λιγότερο, τυχεροί για την ευκαιρία να οδηγήσουμε την αυθεντική αλλά και τη νέα GTA στην πίστα Llandow, όμως ας ξεκινήσουμε με μια πρώτη γεύση από την GTAm στον δρόμο. Πρόκειται για την απόλυτα σκληροπυρηνική εκδοχή, χωρίς πίσω καθίσματα αλλά με ρολμπάρ και συνθετικά πίσω τζάμια και πίσω παρμπρίζ, χάρη στα οποία η ένδειξη της ζυγαριάς πέφτει 40 kg επιπλέον. Η διαδρομή μπροστά μας μοιάζει με ένα τεράστιο ρολερκόστερ που χάνεται μέσα στο βουνό και οι διαφορές της ατίθασης GTAm σε σχέση με την Quadrofoglio δεν αργούν να έρθουν στην επιφάνεια.

Οδηγώντας σβέλτα χωρίς υπερβολική πίεση την αισθάνεσαι σαν αθλητή που ζεσταίνεται πριν τον αγώνα. Το δεμένο πίσω μέρος δίνει την εντύπωση πως είναι σμιλεμένο από ένα κομμάτι ατσάλι, τα μπάκετ καθίσματα με την εξαιρετική στήριξη είναι απρόσμενα άνετα και εντείνουν την επικοινωνία με το αυτοκίνητο, ενώ το τραγούδι από την εξάτμιση της Akrapovic είναι πιο βαθύ και άγριο συνοδεύοντας τις περισσότερες φορές το άφημα του γκαζιού με πονηρά σκασίματα. Το ότι ένα τόσο ειδικό αυτοκίνητο δεν είναι βασανιστικό στον δρόμο αποτελεί αναμφίβολα μια αναπάντεχα ευχάριστη έκπληξη.

Παρά την αφαίρεση του πίσω καθίσματος και του κενού χώρου που έχει προκύψει ο θόρυβος από την κύλιση φτάνει στην καμπίνα καλά φιλτραρισμένος, ενώ υπάρχει μια σαφής διαφοροποίηση της απόχρωσης που δίνουν στην GTAm καθένα από τα τέσσερα προγράμματα οδήγησης. Στο Normal, που ταιριάζει απόλυτα στον δρόμο, η μελωδία της εξάτμισης γίνεται πιο ήπια και η ανάρτηση εξακολουθεί να δείχνει αρκετά σφιχτή περνώντας από εγκάρσιες ανωμαλίες με χαμηλή ταχύτητα, αλλά όταν ο ρυθμός γίνει λίγο πιο σβέλτος συνδυάζει τον απόλυτο έλεγχο του αμαξώματος με άκρως ικανοποιητικό σιδέρωμα του ανάγλυφου της ασφάλτου. Το τιμόνι έχει επαναρυθμιστεί, όμως εξακολουθεί να κλέβει την παράσταση με την ανάλαφρη αίσθηση και την ξυραφένια απόκριση.

Ο δρόμος είναι ακόμα νωπός σε αρκετά σημεία από το πρωινό ψιλόβροχο και φυσικά δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ευφυΐα για να συνειδητοποιήσουμε πως όλες οι αισθήσεις πρέπει να βρίσκονται σε επιφυλακή οδηγώντας ένα πισωκίνητο αυτοκίνητο 540 PS που πατάει σε γεμάτα γόμα Michelin Cup2. Ο τρόπος που παλεύει να γαντζωθεί στην άσφαλτο τη στιγμή του ξεσπάσματος των turbo θυμίζει λίγο την προηγούμενη M4 GTS και τονίζει σε αυτές τις συνθήκες την υπεροχή της τετρακίνησης της Jaguar Project 8, όπως και την ευφυΐα του ρυθμιζόμενου συστήματος ελέγχου της πρόσφυσης της νέας M3, δεδομένου ότι στην Alfa Romeo τα ηλεκτρονικά βοηθήματα είναι είτε ενεργά είτε εντελώς απόντα.

Αποφεύγουμε λοιπόν κάθε περιττό ρίσκο μέχρι να σιγουρευτούμε πως ο ανοιξιάτικος ήλιος έχει απομακρύνει εντελώς την υγρασία και όταν πλέον οι συνθήκες δώσουν το πράσινο φως, με τα ελαστικά και τα στάνταρ κεραμικά φρένα στη σωστή θερμοκρασία, η Giulia είναι έτοιμη για φουλ επίθεση. Βολεύεται στις γρήγορες στροφές με περισσότερη αυτοπεποίθηση από την Quadrifoglio, συνδυάζει τη σίγουρη και προοδευτική αίσθηση των φρένων με καταιγιστική δύναμη επιβράδυνσης και έχει απόλυτη ισορροπία στον έλεγχο του αμαξώματος προσφέροντας τη δυνατότητα να επιτεθείς στη στροφή με έναν τρόπο που θα μπορούσε να ενοχλήσει κάπως την απλή Quadrifoglio.

Το μόνο που λείπει είναι περισσότερο βάθος στην πληροφόρηση από το τιμόνι, το οποίο είναι μεν απίθανα γρήγορο και ακριβές και σου δίνει μια σαφέστατη εικόνα όταν το εμπρός μέρος πατάει σίγουρα, αλλά φιλτράρει αρκετά τα προειδοποιητικά σημάδια πριν αυτά φτάσουν στα χέρια σου. Ο bi-turbo V6 έχει μόνο 30 PS επιπλέον από αυτόν της Quadrifoglio, χωρίς κάποια αντίστοιχη αύξηση στη ροπή και παρόλο που δεν υπάρχει ούτε πιο κοντό βήμα στη μετάδοση έχεις την αίσθηση πως η κλοτσιά στις μεσαίες στροφές είναι πιο δυνατή και αντίστοιχα η κούρσα της βελόνας του στροφόμετρου προς τα κόκκινα πιο γρήγορη.

Από τη στιγμή που δεν υπάρχουν άλλες σημαντικές διαφορές θα πρέπει να υποθέσουμε πως αυτό οφείλεται στη μείωση του βάρους. Ωστόσο δεν κρύβουμε ότι θα θέλαμε να δοκιμάσουμε την GTAm με μια λίγο πιο μακριά τελική σχέση μετάδοσης που θα άπλωνε λίγο την κλιμάκωση, κάτι που θα έκανε πιο εύχρηστη τη 2η σχέση, καθώς τώρα φτάνει στον κόφτη λίγο πάνω από τα 85 km/h.

Πάντως το πεντάλ του γκαζιού είναι πιο προοδευτικό από της Quadrifoglio, χαρίζοντας περισσότερη αναλογικότητα ανάμεσα σε αυτό που ζητάς και αυτό που παίρνεις, ενώ οι αλλαγές στο 8άρι αυτόματο κιβώτιο έχουν την ένταση που ταιριάζει στο υπόλοιπο πακέτο. Οφείλουμε να ομολογήσουμε πως η GTAm κουβαλάει μιαν αύρα που σε ξαφνιάζει. Εχει τη δύναμη και την εκρηκτικότητα της μπουνιάς ενός πυγμάχου που όμως φοράει γάντια από βελούδο και αυτή η ικανότητά της να ηρεμεί όταν δεν έχεις διάθεση να πιέσεις είναι κάτι που εντείνει τη γοητεία της.

Βέβαια μια τέτοια διάθεση είναι μάλλον απίθανο να σου χτυπήσει την πόρτα όταν βρεθείς σε ένα περιβάλλον όπως αυτό της πίστας του Llandow στην οποία καταλήγει η διαδρομή μας. Η χαλαρή ατμόσφαιρα από το φυσικό πράσινο που περιβάλλει την πίστα είναι μάλλον παράταιρη με την έξαψη που προκαλεί η σκέψη της GTAm στην άκρως βολική χάραξη και πολύ περισσότερο η εικόνα της κατακόκκινης Sprint GTA του Rindt που ξεφορτώνεται από το φορτηγό της Alfaholics.

Δείχνει μικροσκοπική και συνάμα  τόσο επιβλητική και αποφασισμένη πατώντας στις πανάλαφρες 14άρες Campagnolo μαγνησίου και ποζάροντας με τους πίσω τροχούς μισοχωμένους στους θόλους. Ο απαιτούμενος χρόνος για την προετοιμασία της κλασικής ντίβας μάς δίνει την ευκαιρία για λίγους γύρους με την GTAm. Ακόμα και πολύ καλά αυτοκίνητα παραγωγής μπορούν να νιώσουν άβολα και να δείχνουν αδέξια στην πίστα.

Κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση της GTAm. Εξακολουθεί να δείχνει εκρηκτικά γρήγορη παρʼ όλη την άπλα του χώρου και των ορίων που μπορείς να κινηθείς. Γέρνει λίγο στο turn-in, αλλά ισορροπεί αμέσως με απόλυτη φυσικότητα και σου επιτρέπει να εκμαιεύσεις το μέγιστο από την απόδοση και την ακρίβειά της χάρη και στα ιδανικά για την περίσταση καθαρόαιμα Michelin.

Ο δεδομένος περιορισμός στον χρόνο που είχαμε στη διάθεσή μας δεν επέτρεψε να παίξουμε με τις ρυθμίσεις της αεροδυναμικής για περισσότερη κάθετη δύναμη οπότε αρκεστήκαμε στις προεπιλογές για δρόμο. Ακόμα και έτσι όμως μπορείς να πιέσεις πολύ το μπροστινό εάν φροντίσεις να είσαι προοδευτικός με το γκάζι ώστε να μην προκαλείς την εκρηκτικότητα του V6 και φυσικά μπορείς να ντριφτάρεις με τη σιγουριά πως υπάρχει αρκετή πρόσφυση ώστε να έχεις τον απόλυτο έλεγχο κάθε στιγμή.

Τα φρένα είναι φανταστικά και δεν χάνουν το παραμικρό από την ακρίβεια και την απόδοσή τους γύρο με το γύρο, ενώ και πάλι η ανάρτηση λάμπει με την ευστοχία της απόσβεσης, ακόμα και όταν οι τροχοί επιτίθενται βίαια στα κερμπ. Η Alfa Romeo ισχυρίζεται πως η GTAm είναι σχεδόν πέντε δευτερόλεπτα ταχύτερη από την Quadrifoglio στην πίστα δοκιμών Nardo των 6 km, κάτι που με βάση τη δική μας εικόνα μοιάζει απόλυτα εφικτό. Ομως αν θέλετε τη γνώμη μας, η πραγματική ουσία της GTAm δεν αφορά μόνο την ικανότητα για εντυπωσιακά γυρολόγια, αλλά έχει να κάνει με το πόσο ντελικάτο και επιδραστικό είναι το οδηγικό της αποτύπωμα.

Παραμένει απολαυστική ακόμα και στο σφιχτό κομμάτι της πίστας όπου το μπροστινό δαγκώνει στο turn-in και στη συνέχεια τη νιώθεις να περιστρέφεται γύρω από τον κατακόρυφο άξονά της καθώς μειώνεις το γκάζι για να βρεθείς με ανάποδο τιμόνι στην έξοδο γεμίζοντας ταχύτητα με ένα απίστευτο ρυθμό που δεν συνάδει με την εντυπωσιακή πόζα.

Ο Max Banks της Alphaholics μπαίνει στην πίστα και οι δύο Ιταλίδες ξεκινούν μια μεθυστική χορογραφία. Είναι καθηλωτικό να βλέπεις μπροστά σου την κλασική GTA να βουτά στις στροφές φορτίζοντας τους εξωτερικούς τροχούς, με τον εμπρός εσωτερικό να βρίσκεται τις περισσότερες φορές λίγα εκατοστά πάνω από την άσφαλτο. Ο οξύς, υψίσυχνος ήχος από τον 4κύλινδρο twin-cam σχεδόν συντονίζεται σαν χορωδία με τις μπάσες νότες του V6 turbo της καινούριας GTAm καθώς περνάμε με το γκάζι στο πάτωμα από την ευθεία της εκκίνησης-τερματισμού.

Είναι πραγματικό προνόμιο να βλέπεις το αυτοκίνητο του Rindt να οδηγείται όπως του αρμόζει. Οι ρίζες και η ιστορία του είναι μοναδικές, αφού πρόκειται για μία από τις πρώτες GTA Corsa με αμιγώς αγωνιστικές προδιαγραφές. Κάτι που πιστοποιεί και το αλουμινένιο πάτωμα, πέραν των αλουμινένιων τμημάτων του αμαξώματος που είχαν όλες οι GTA.

Εκτός από τον Rindt, οδηγήθηκε από τους Vaccarella, deAdamich και άλλους εργοστασιακούς οδηγούς της Autodelta εκείνης της περιόδου και στο τέλος της αγωνιστικής της καριέρας πουλήθηκε στον Σουηδό σταρ του WRC, Ove Anderson. Αργότερα βρέθηκε σε μια ιδιωτική συλλογή στη Σουηδία πριν τελικά έρθει στην κατοχή της Alfaholics και ανακατασκευαστεί στην αρχική της μορφή  αποκλειστικά με αυθεντικά ανταλλακτικά.

Για καθαρόαιμο εργοστασιακό αγωνιστικό φαίνεται περίεργο το πόσο κοντά στο αυτοκίνητο παραγωγής είναι η εικόνα του εσωτερικού. Βέβαια οι κανονισμοί της εποχής ήταν αρκετά επιφανειακοί με βάση τα σημερινά δεδομένα, οπότε ακόμα και το ρολμπάρ αποτελείται από μια διακριτική μεταλλική στεφάνη χωμένη πίσω από τη μεσαία κολόνα και ένα διαγώνιο στέλεχος που ξεκινά από αυτή και φτάνει μέχρι κάτω από το πίσω παρμπρίζ. Η θέση είναι χαμηλή αφήνοντας αρκετό χώρο πάνω από το κεφάλι παρά το μικρό ύψος της οροφής, ενώ το κάθισμα είναι μικροσκοπικό, όπως άλλωστε μοιάζει και όλο το αυτοκίνητο όταν έχεις ακόμα στο μυαλό σου τα δεδομένα της σύγχρονης Giulia.

Η αίσθηση καινούριου που δίνουν οι ανέγγιχτες από τον χρόνο λεπτομέρειες έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το πόσο έντονος και ακατέργαστος είναι ο θόρυβος που πλημμυρίζει το σαλόνι ακόμα και με τον έξτρα σιγαστήρα που έχει προστεθεί στην εξάτμιση, η οποία καταλήγει στα πλαϊνά ακριβώς κάτω από τον οδηγό. Ο κινητήρας κελαηδά με ένα χαρακτηριστικό γρέζι καθώς ρουφά αέρα από το αλουμινένιο φιλτροκούτι και καύσιμο από τα 45άρια καρμπιρατέρ της Weber, ενώ το ελαφρωμένο βολάν κροταλίζει ανήσυχα.

Ο συμπλέκτης είναι αρκετά βαρύς και ο επιλογέας λαχταριστά ντελικάτος, με τη βάση του πολύ μπροστά στο τούνελ μετάδοσης και τον βραχίονα υπό μεγάλη γωνία να φτάνει ακριβώς στο χέρι του οδηγού. Το κούμπωμα είναι γλυκό και σίγουρο, ενώ η κοντή κλιμάκωση σού επιτρέπει να ξεφεύγεις εύκολα από τον «λόξυγκα» του twin-cam στις πολύ χαμηλές στροφές και να απολαμβάνεις την ενεργητικότητά του στη μεσαία περιοχή αλλά και την ανυπομονησία του από εκεί και πέρα για να εκτοξεύσει τη βελόνα του στροφόμετρου στα κόκκινα.

Την είδαμε αρκετές φορές να περνά την ένδειξη των 7.000 rpm όχι μόνο επειδή μοιάζει απόλυτα φυσικό για τον κινητήρα να στροφάρει τόσο ψηλά, αλλά και εξαιτίας της γλυκιάς μελωδίας του που σε κάνει να μη θες να τη διακόψεις. Δεδομένου του βάρους, που είναι πρακτικά το μισό από αυτό της σημερινής GTAm, το τιμόνι είναι πολύ πιο βαρύ απ’ όσο φαντάζεσαι, χωρίς μάλιστα να γίνεται πιο ελαφρύ ιδιαίτερα όταν η ταχύτητα ανεβαίνει.

Χρειάζεται επομένως αρκετή μυϊκή προσπάθεια και το γεγονός πως η στήριξη των καθισμάτων είναι ελάχιστη σημαίνει ότι θα πρέπει να βρεις τρόπο να συγκρατείς και τον κορμό σου. Δεν είναι πολύ μεγάλο πρόβλημα όταν μιλάμε για λίγους μόνο γύρους, όμως ο Banks, δείχνοντας ασπρόμαυρες φωτογραφίες του αυτοκινήτου από τις ένδοξες εποχές του, τονίζει με ενθουσιασμό: «Οι αγώνες είχαν διάρκεια δύο ωρών ή και περισσότερο. Αυτοί οι οδηγοί ήταν πραγματικοί ήρωες!». Στις σφιχτές στροφές η ρύθμιση που προτιμούσε ο Rindt για υπάκουη μούρη δείχνει πέρα για πέρα σωστή.

Η GTA σημαδεύει με ακρίβεια την κορυφή και το αυθεντικό μπλοκέ της Colotti είναι έτοιμο για να βάλει και το πίσω μέρος στο παιχνίδι με κατάλληλο χειρισμό του γκαζιού. Τα πάντα δείχνουν απίθανα ζωντανά. Ακόμα και τα φρένα -με δίσκους σε όλους τους τροχούς- είναι δυνατά, παρά το γεγονός πως το μεσαίο πεντάλ είναι κάπως μαλακό. Μπορείς να την οδηγείς ασταμάτητα μέχρι την τελευταία σταγόνα βενζίνης στο ντεπόζιτο.

Η συγκεκριμένη GTA είναι βέβαια ένας αυτοκινητικός θησαυρός και η επταψήφια τιμή της κάνει την GTAm να μοιάζει μπροστά της σχεδόν ευκαιρία. Ομως και πάλι είναι δύσκολο να ισχυριστεί κάποιος πως η αναλογία αξίας – τιμής της σύγχρονης σκληροπυρηνικής Giulia δεν αφήνει ερωτηματικά, ανεξαρτήτως της έντονης οδηγικής εμπειρίας που προσφέρει. Οι αναβαθμίσεις που φέρει δεν δικαιολογούν τον διπλασιασμό της τιμής σε σχέση με μια Quadrifoglio και παρʼόλη την προσδοκία πως αυτές οι περιορισμένης παραγωγής καθαρόαιμες εκδόσεις θα αποκτήσουν συλλεκτική αξία, το ζωντανό παράδειγμα των Jaguar Project 8 και BMW M4 GTS αποδεικνύει το αντίθετο.

Ο Banks, που αντιλαμβάνεται τον σκεπτικισμό μας, αντικρούει: «Υπάρχουν σίγουρα Alfisti εκεί έξω που θέλουν πάση θυσία να προσθέσουν τη νέα GTA στη συλλογή τους ανεξαρτήτως κόστους. Γνωρίζουμε ήδη τέσσερις πελάτες μας που έχουν παραγγείλει μία και είμαι απολύτως σίγουρος πως η Alfa Romeo θα τις πουλήσει όλες».

Η δική μας πρόταση; Κάντε λίγη υπομονή και αφήστε τους αμετανόητους Alfisti να τις αγοράσουν σήμερα και να πληρώσουν το τίμημα της υποτίμησης ώστε λίγο αργότερα να βάλετε στο χέρι μια GTA (με πίσω καθίσματα και όλες τις ανέσεις) για να απολαύσετε στο έπακρο και χωρίς δεύτερες σκέψεις την πιο πετυχημένη και χρηστική Alfa Romeo υψηλών επιδόσεων που έχει φτιαχτεί τις τελευταίες δεκαετίες και ίσως τη μόνη που μπορεί να αποτυπώσει με σύγχρονους όρους το πάθος και το ατίθασο πνεύμα του πανάλαφρου κόκκινου δαίμονα που οδηγούσε ο Jochen Rindt.

TECH

Alfa Romeo Giulia Sprint GTA Corsa
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ:   1.570 cc, i4 , 170 PS @ 7.600 rpm, 16,8 kgm @ 6.500rpm
ΚΙΒΩΤΙΟ:  ΧΕΙΡΟΚΙΝΗΤΟ, 5 ΣΧΕΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΔΟΣΗ: ΣΤΟΥΣ ΠΙΣΩ ΤΡΟΧΟΥΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ: ΔΙΠΛΑ ΨΑΛΙΔΙΑ(E) / ΑΞΟΝΑΣ DEDION (Π)
0-100 KM/H: 6,0’’
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: 205 km/h
ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ:
CO2:
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ (Μ/Π/Y): 4.080/1.580/1.310 mm
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.350 mm
ΧΩΡΟΣ ΑΠΟΣΚΕΥΩΝ: 320 lt
ΒΑΡΟΣ: 740 kg
ΤΙΜΗ: 1,2 εκατ. ευρώ (Εκτιμώμενη)

Alfa Romeo Giulia GTAm
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ:  2.891 cc, V6 , twin-turbo, 540 PS @ 6.500 rpm, 61,2 kgm @ 2.500rpm
ΚΙΒΩΤΙΟ: ΑΥΤΟΜΑΤΟ, 8 ΣΧΕΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΔΟΣΗ: ΣΤΟΥΣ ΠΙΣΩ ΤΡΟΧΟΥΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ: ΔΙΠΛΑ ΨΑΛΙΔΙΑ(Ε) / ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ (Π)
0-100 KM/H: 3,8’’
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ:  300 km/h
ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ: 10,8 lt/100 km (WLTP)
CO2: 244 g/km
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ (Μ/Π/Y): 4.669/1.923/1.397 mm
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.820 mm
ΧΩΡΟΣ ΑΠΟΣΚΕΥΩΝ: 480 lt
ΒΑΡΟΣ: 1.520 kg
ΤΙΜΗ: 254.000 ευρώ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Από 35.400 ευρώ η Alfa Romeo Giulia
Alfa Romeo: Επαναφέρει θρυλικά μοντέλα της;
Η 6C είναι η πιο όμορφη Alfa Romeo που υπάρχει;