Live Κίνηση
Περισσότερα
ΔΟΚΙΜΕΣ

Λασπώνουμε τα τρία καλύτερα off road αυτοκίνητα της αγοράς

Ελλάδα 15:12
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Λασπώνουμε τα τρία καλύτερα off road αυτοκίνητα της αγοράς

ΔΟΚΙΜΕΣ

Λασπώνουμε τα τρία καλύτερα off road αυτοκίνητα της αγοράς

ΔΟΚΙΜΕΣ

Η απόλυτη συγκριτική δοκιμή: Τα Mercedes-AMG G63, Jeep Wrangler Rubicon 4-Door και ο… συνταξιούχος Suzuki Jimny, στη διάθεσή σας…

Advertisement
Advertisement

Μεγαλώνοντας σε μια φάρμα, είχα συνηθίσει το σκηνικό: Πολλή λάσπη, λακκούβες με βρωμόνερα, τσαλακωμένοι συρμάτινοι φράκτες, στοίβες με παλιά λάστιχα από τρακτέρ (και όχι μόνο), πλαστικές μπλε σακούλες με λίπασμα, ένα αρχαίο τρακτέρ που είχε να πάρει μπροστά περίπου μια δεκαετία και ένα τσοπανόσκυλο που κοιμόταν στην ύπαιθρο και πάνω στο τρίχωμά του είχε λίγο απ’ όλα τα παραπάνω.

Δηλαδή όλα αυτά που αποτελούν την πραγματικότητα της αγροτικής ζωής και δεν τα δείχνει κανένα τηλεοπτικό πρόγραμμα – όσο reality και αν θέλει να είναι.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ένα Land Rover 110 (One Ten) μοιάζει να βρίσκεται στο στοιχείο του. Με επικάλυψη βρωμιάς από αγελάδες και λοιπά βοοειδή, τόσο στο αμάξωμα όσο και στις επενδύσεις των καθισμάτων.

Advertisement
Advertisement

Σε τέτοιο περιβάλλον γεννήθηκαν τα 4×4. Οπως όμως όλα τα είδη εξελίχθηκαν και πλέον, ως SUV και crossover, με αυτά πηγαίνουμε τα παιδιά στο σχολείο, επισκεπτόμαστε τα σούπερ μάρκετ για ψώνια ή ακόμα-ακόμα μπορούν να παίξουν τον ρόλο του σπορ αυτοκινήτου σε επιδόσεις και συμπεριφορά (βλ. Lamborghini Urus). Γενικότερα, έχουν απολέσει τη σκληράδα που τα χαρακτήριζε κάποτε.

Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα 4×4 έγιναν «μαλθακά». Υπάρχουν ακόμα κάποια με αξιόλογες δυνατότητες κίνησης εκτός δρόμου. Ικανά να τραβήξουν ακόμα και ένα JCB που έχει κολλήσει σε βάλτο. Σε έναν κόσμο γεμάτο με προσθιοκίνητα SUV, τα ικανά για το κάτι παραπάνω είναι αξιοθαύμαστα.

Advertisement

Επομένως, αν είστε οπαδοί των πραγματικών εκτός δρόμου τετρακίνητων, σίγουρα περιμένετε με κάποια ανυπομονησία την άφιξη του νέου Defender και -επίσης- σίγουρα είστε χαρούμενοι που στην αγορά υπάρχουν τα τρία αυτοκίνητα που έχουμε μπροστά μας.
Και τα τρία είναι φρέσκα, έχουν το πατροπαράδοτο πλαίσιο τύπου σκάλας, κοντές σχέσεις και αυξημένη απόσταση από το έδαφος, που τα καθιστούν a priori ικανά στα δύσκολα. Ενα ακόμα κοινό χαρακτηριστικό και των τριών είναι ότι πρόθυμα έχουν θυσιάσει τους «καλούς τρόπους» στο όνομα της αυξημένης ικανότητας κίνησης σε δύσβατο έδαφος.

Κλείνοντας την πόρτα του νέου Suzuki Jimny κουνιέται ολόκληρο το αυτοκίνητο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η πόρτα είναι αρκετά μεγάλη αναλογικά με τη συνολική πλευρική επιφάνεια του αυτοκινήτου, καθώς και στο ότι οι άκαμπτοι άξονες εμπρός και πίσω είναι συνδεδεμένοι με τα ελατήρια της ανάρτησης, που στην προκειμένη περίπτωση έχουν πολύ μεγάλες διαδρομές. Οπως συνέβαινε και με το Defender προ 30 ετών.

Advertisement

Από την πρώτη στιγμή που παρουσιάστηκε το νέο Jimny, το 2018, απέκτησε ένα τεράστιο κοινό που φανατικά το παρακολουθεί είτε θέλει να το αποκτήσει είτε όχι. Βλέποντάς το καταλαβαίνει κανείς αμέσως ότι ο προορισμός του είναι κυρίως χωμάτινος. Η τετράγωνη λογική της σχεδίασής του το κάνει ιδιαίτερα ελκυστικό αλλά και τίμιο, μιας και δεν κρατάει τίποτα κρυφό, εμπνέοντάς σε να κινηθείς όπου δεν μπορεί να πάει ένα «κανονικό» αυτοκίνητο.

Δίπλα στο Jimny, το νέο Jeep Wrangler (JL) μοιάζει με επιμηκυμένη λιμουζίνα. Και αυτό αποτελεί τη σύγχρονη εκδοχή ενός παλιού μοντέλου, σε ό,τι έχει να κάνει με την εμφάνιση τουλάχιστον. Ενα μοντέλο που μας πάει πίσω, στο 1941. Κατά τα άλλα, βέβαια, είναι απόλυτα εκσυγχρονισμένο. Εχει ανασχεδιασμένο πλαίσιο με έξτρα ενισχύσεις (είπαμε, τύπου σκάλας), heavy duty ημιαξόνια, αλουμινένιες πόρτες, φτερά και καπό, ενώ η πίσω πόρτα κατασκευάζεται από μαγνήσιο. Είναι μακρύτερο και πιο φαρδύ από το προηγούμενο (JK) μοντέλο.

Advertisement

Στην καμπίνα οι αναβαθμίσεις περιλαμβάνουν μεγάλη οθόνη αφής και μοντέρνες δυνατότητες συνδεσιμότητας, ενώ και το roll cage, που βρίσκεται διακριτικά τοποθετημένο πάνω από τα κεφάλια των επιβατών, είναι και αυτό ανασχεδιασμένο και πιο ενισχυμένο. Οπως και στην προηγούμενη γενιά του μοντέλου, έτσι και εδώ το παρμπρίζ μπορεί να πέσει μπροστά –  μάλιστα συγκριτικά με το παλιό, σαφώς πιο εύκολα. Και πάλι όμως απαιτούνται επεμβάσεις για την αφαίρεση μπουλονιών συγκράτησης, όπως και η ανάλογη ενέργεια για την απομάκρυνση των υαλοκαθαριστήρων, οπότε με συνοπτικές διαδικασίες αποφάσισα να το αφήσω στη θέση του. Η απόφαση αυτή αργότερα θα αποδειχτεί σοφή.

Το τρίτο αυτοκίνητο της παρέας είναι η Mercedes-Benz G-Class – ή αλλιώς G-Wagen, όπως επιμένω να τη λέω. Οπως συμβαίνει και με τα άλλα δύο, επίσης κρατάει την αισθητική συγγένεια με το παρελθόν, μια και αυτή είναι μέρος του μύθου του μοντέλου. Σε ό,τι έχει να κάνει όμως με τις τεχνολογικές εφαρμογές που βρίσκουμε εδώ, η Mercedes-Benz έχει πάει τα δεδομένα του δικού της μοντέλου σε τελείως άλλο επίπεδο. Εξακολουθεί να είναι χειροποίητο, σε γραμμή παραγωγής που παραμένει στην Αυστρία (Γκραζ). Το αμάξωμα κατασκευάζεται εξ ολοκλήρου από αλουμίνιο, το πλαίσιο («σκάλα» και εδώ, μην τα ξαναλέμε) είναι και αυτό νέο, το ίδιο και οι κινητήρες με τους οποίους εφοδιάζεται, αλλά και το κιβώτιο των ταχυτήτων με τις εννέα σχέσεις. Αντίστοιχα, νέας σχεδίασης είναι η ανάρτηση (πίσω παραμένει ο άκαμπτος άξονας αλλά μπροστά έχουμε διπλά ψαλίδια για καλύτερη συμπεριφορά στην άσφαλτο) και το σύστημα διεύθυνσης. Η απόφαση της Mercedes-Benz να κρατήσει τον σκληροτράχηλο χαρακτήρα που έχει το «G» εδώ και 40 χρόνια κόστισε αρκετά σε χρόνο και χρήμα για την εξέλιξή του. Τα φλας στα εμπρός φτερά, για παράδειγμα, οι φήμες λένε ότι κόστισαν περίπου 5 εκατ. ευρώ προκειμένου να περάσουν με επιτυχία από τις δοκιμές πρόσκρουσης που απαιτούνται για την έγκριση τύπου του αυτοκινήτου. Φυσικά δεν θα μπορούσε να μην επηρεαστεί ανάλογα και το κόστος της, το οποίο στην έκδοση Biturbo V8 AMG G63 με τους 585 PS που έχουμε εδώ κοστίζει σχεδόν όσο μια Bentley Bentayga.

Ξεκινάμε λοιπόν με την G-Wagen, καθώς εξερευνούμε το τεράστιο λατομείο στο οποίο έχουμε έρθει για τη φωτογράφηση. Τα πάντα στο αυτοκίνητο αυτό είναι συναρπαστικά, ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο σκαρφαλώνεις για να μπεις. Προφανώς οι μηχανικοί της Mercedes-Benz έχουν εμμονή με τις ρετρό αναφορές. Τα σκληρά στο πάτημα χερούλια για το άνοιγμα των θυρών απέξω κάνουν το παλιακό «κλακ» στη λειτουργία τους και αφού μπεις στην καμπίνα πρέπει να τραβήξεις με δύναμη την πόρτα για να κλείσει, σαν να είναι Ford Transit του ’70. Η αισθητική της καμπίνας είναι παράδοξα οικεία. Εκπέμπει μπόλικη λάμψη από το γυαλιστερό αλουμίνιο και τα νίκελ που εντοπίζονται σε πολλές επιφάνειες, αλλά δεν σου δίνει την αίσθηση της αμιγώς πολυτελούς κατασκευής – με εξαίρεση τους αεραγωγούς που παραείναι ντελικάτοι για το ύφος του αυτοκινήτου. Οι αντιφάσεις που αντιλαμβάνεσαι όταν βρίσκεσαι πίσω από το τιμόνι είναι πολλές. Πρώτα απ’ όλα, ο ήχος του κινητήρα δεν έχει αυτή τη σκληρή χροιά του ντίζελ, αλλά παραπέμπει σε κινητήρα αυτοκινήτου του πρωταθλήματος NASCAR. Τα A-Pillars είναι φαρδιά και σε συνδυασμό με το έντονα κεκλιμένο παρμπρίζ, έχεις την αίσθηση πως είσαι μέσα σε θωρακισμένο όχημα χρηματαποστολής. Πατώντας σε άγνωστο έδαφος, ακόμα και σε σημεία που δεν έχουν εμφανείς ροδιές από προηγούμενο πέρασμα σε αυτό το συναρπαστικό όσο και τρομακτικό λατομείο, παίρνω μια γεύση του τι σημαίνει πραγματικό off-road. Εγώ μπροστά με τη Merc, πίσω μου το Jimny και τελευταίο να ακολουθεί το Wrangler. Εχω κλειδώσει τα διαφορικά με τη χρήση των μεγάλων διακοπτών στο κέντρο του ταμπλό και αισθάνομαι ότι η ελκτική ικανότητα της G παραπέμπει σε τρένο μεταφοράς εμπορευμάτων. Ανάλογη ενός τρένου άλλωστε είναι και η ακτίνα του κύκλου στροφής.

Οδηγούμε την τριάδα των αυτοκινήτων σε μια περιοχή με απότομα, τρομακτικά «κοψίματα», έντονες κλίσεις και διαφορετικά επίπεδα. Πρόκειται για ένα επιβλητικό πάρκο οχημάτων, που όμως, καθώς έχει διαμορφωθεί από τα τεράστια φορτηγά και τα μηχανήματα του ορυχείου, μοιάζει ιδιαίτερα εχθρικό και απρόσιτο ακόμα και για 4×4. Σε ένα από τα πιο απότομα σημεία αποφασίζω να δοκιμάσω τη δυναμική της G. Αφού είμαστε εδώ, τι διάολο, δεν θα κάνουμε το κάτι παραπάνω; Ο V8 βρυχάται και δίνει πόνο καθώς οι τροχοί του αυτοκινήτου σκάβουν την επιφάνεια της λάσπης για να βρουν πρόσφυση πιο βαθιά. Τα 86,7 kgm της ροπής βοηθούν τα μέγιστα, κάτι που προσπαθώ να κάνω κι εγώ τριμάροντας το τιμόνι. Δεν βλέπω καν πού πάω, καθώς είναι τόσο απότομο το ανέβασμα που πέρα από την άκρη του καπό δεν έχω ορατότητα και έτσι νιώθω τον πόνο στα σαγόνια μου από το ασυναίσθητο σφίξιμο των δοντιών. Η G με φέρνει στην κορυφή αυτού του λόφου θριαμβευτικά. Η ροπή σαφώς και κάνει τη διαφορά και σε συνδυασμό με τα κλειδωμένα διαφορικά σου δίνει την αίσθηση ότι μπορείς να ισοπεδώσεις τα πάντα στο διάβα σου. Για να είμαι ειλικρινής, περίμενα ότι τα ασφάλτινα ελαστικά της θα την κράταγαν πίσω και ότι έμενα στην αρχή ή, άντε, κάπου στη μέση του σκαρφαλώματος, ακίνητος και με τους τροχούς να σπινάρουν, αλλά διαψεύστηκα. Κοιτάζω στον καθρέπτη και βλέπω με κάποια έκπληξη το Jimny να ακολουθεί. «Οπου πάει η G-Class μπορεί να πάει και το Jimny;», αναρωτήθηκα. Πρέπει να το οδηγήσω για να το διαπιστώσω. Βγαίνω από την G και μπαίνω στο Jimny. Η διαφορά μεταξύ τους με κάνει και γελάω ασυναίσθητα. Το ταμπλό, όπως και το αμάξωμα, είναι γωνιώδες και τετραγωνισμένο με έναν ευχάριστο τρόπο. Σε τετράγωνα πλαίσια βρίσκονται και τα όργανα πίσω από το τιμόνι, αποτελώντας απευθείας αναφορά στο Samurai της δεκαετίας του 1980. Αυτό είναι και ένα από τα πλέον γοητευτικά στοιχεία του Jimny: η συνέπειά του. Η αίσθηση από τα χειριστήρια και τον επιλογέα, ο θόρυβος του κινητήρα, τα πάντα έχουν μια αναλογικότητα που λείπει από τις σύγχρονες προτάσεις. Σε αντίθεση με τη σύγχρονη τάση που θέλει οδηγό και επιβάτες να είναι απομονωμένοι σαν να έχουν γύρω τους προστατευτικό τζελ, στο Jimny αισθάνεσαι σαν να είσαι σε στρατιωτικό όχημα που επιχειρεί. Τα πάντα είναι άμεσα και με μια σπάνια μηχανική αίσθηση που έρχεται από το παρελθόν. Παραδέχομαι ότι στον δρόμο όλα τα παραπάνω έχουν αρκετά αρνητικά, όπως ο διαρκής θόρυβος από τον αέρα και τη μετάδοση. Είναι και αυτά τα μαλακά ελατήρια που σε κάνουν να αισθάνεσαι ότι έχεις ξαπλώσει πάνω σε παλιό στρώμα και το ταίρι σου από δίπλα δεν έχει σταματήσει να χοροπηδάει, συμπαρασύροντας και σένα σε ακούσιες ταλαντώσεις. Μακριά από την άσφαλτο, όμως, το Jimny έχει χαρακτήρα. Μοιάζει ανίκητο και είναι όσο σκληροτράχηλο μπορεί να ζητήσει κανείς.

Κουμπώνεις την πρώτη, με αρκετή αντίσταση από τον μοχλό, βάζεις τις κοντές σχέσεις και ξεκινάς το σκαρφάλωμα. Με τη 2η σχέση πιάνεις την ταχύτητα του αργού βαδίσματος και με την 3η απλά τσουλάς. Το μοτέρ των 1,5 lt δεν χαρίζει εκρηκτικές επιδόσεις. Δεν θα μπορούσαν άλλωστε με 102 PS απόδοση ισχύος και 13,3 kgm ροπής, αλλά για τις διαδρομές όπου οι κοντές σχέσεις είναι απαραίτητες φτάνουν και περισσεύουν. Στα πλεονεκτήματα του νέου Jimny περιλαμβάνεται και το χαμηλό βάρος του – μόλις 1.435 kg, λιγότερα από τα μισά των 3,2 τόνων της G-Class. Κάπως έτσι το παιχνίδι μας με το Jimny συνεχίστηκε για ώρα. Να περάσω κι αυτό το βαθύ χαντάκι, να ανέβω και σ’ αυτή την απόκρημνη πλαγιά, να δω αν μπορώ να σκαρφαλώσω πιο πέρα, εκεί όπου εκ πρώτης όψεως φαίνεται αδύνατο. Ολα αυτά με τους άλλους δύο να ακολουθούν, αφού πρώτα στέκουν να δουν την προσπάθεια με μια ανομολόγητη ελπίδα πως θα κολλήσω και θα γελάσουν. Σε αυτό το πνεύμα χαλαρότητας και με αυτή την ελαφρά διάθεση αποφασίσαμε να βγάλουμε τα panels της οροφής του Wrangler.Στο μεταξύ έχω περάσει πίσω από το τιμόνι του τελευταίου και χωρίς τα πάνελ της οροφής, και το υποβάλω σε κάποιες δοκιμασίες. Μία από αυτές είναι το πέρασμα από ένα βαθύ, σχεδόν πλημμυρισμένο, χαντάκι. Για να έχουμε ένα πιο εντυπωσιακό «κλικ» αποφασίζω να κινηθώ ελάχιστα πιο γρήγορα, χωρίς να πάει το μυαλό μου στις συνέπειες. Η βουτιά του Wrangler στέλνει τον μεγάλο μπροστινό προφυλακτήρα βαθιά μέσα στη λάσπη και αυτός με τη σειρά του στέλνει μια γερή ποσότητα λασπόνερου μέσα στην καμπίνα. Το κεφάλι μου στάζει και αρχικά με πιάνει νευρικό γέλιο. Στη συνέχεια πανικοβάλλομαι διότι βλέπω ότι η καμπίνα έχει γίνει χάλια. Σαν να εξερράγη μια τεράστια βόμβα σοκολάτας στα μπροστινά καθίσματα. Με ξαναπιάνουν τα γέλια, καθώς σκέφτομαι πώς θα δικαιολογήσει την εικόνα αυτή ο αρχισυντάκτης στον εκπρόσωπο της Jeep. Κατόπιν, ξανακοιτώντας την κατάσταση του εσωτερικού μου φάνηκε ιδιαίτερα όμορφη και ταιριαστή ως εικόνα για το Wrangler. Το οποίο -εδώ που τα λέμε- είναι και το μόνο από τα τρία στο οποίο έχουν προβλεφθεί τέτοιες καταστάσεις. Τα αδιάβροχα υλικά που βρίσκονται παντού και οι βαλβίδες αποστράγγισης στο πάτωμα σού επιτρέπουν να βάλεις κυριολεκτικά το λάστιχο με το νερό μέσα στην καμπίνα και να πλύνεις τα πάντα. Ομως, παρά το γεγονός ότι η νέα έκδοση έχει μεγαλώσει σε όλες τις διαστάσεις, η καμπίνα παραμένει λίγο στενάχωρη και η εικόνα της αφαιρούμενης οροφής από μέσα, με αυτό το λευκό χρώμα πάνω στο πλαστικό, είναι αδικαιολόγητα φτηνή.

Σε ό,τι αφορά τα δυναμικά χαρακτηριστικά του αυτοκινήτου, αυτό που σου μένει είναι η αίσθηση του αυξημένου βάρους. Με τα φαρδιά BF-Goodrich παντός εδάφους το Wrangler μπορεί να πάει παντού, αλλά όταν έρχεται η ώρα να στρίψεις αισθάνεσαι σαν να προσπαθείς να κατευθύνεις με ταχύτητα ένα φορτωμένο καρότσι σούπερ μάρκετ. Στα θετικά του αυτοκινήτου προσμετράται ο 2.2 lt turbodiesel κινητήρας που αποδίδει 200 PS. Είναι πολιτισμένος σε λειτουργία, αρκούντως ήσυχος και ικανοποιητικά αποδοτικός σε ό,τι έχει να κάνει με τις επιδόσεις. Αντικειμενικά, ένα Land Rover Discovery Sport με περίπου τα ίδια χρήματα θα ήταν μια καλύτερη επιλογή για χρήση από μία οικογένεια. Ομως, όπως και στην περίπτωση του Jimny, έτσι και για το Wrangler μια τέτοια σύγκριση είναι μάλλον άτοπη. Το Jeep έχει προσωπικότητα που δύσκολα βρίσκει κανείς σε αυτό το μέγεθος, αλλά και τρομερές ικανότητες εκτός δρόμου, ακόμα και σε πολύ δύσκολο τερέν όπως αυτό με την παχιά λάσπη που κινούμαστε εδώ. Ειδικά στην ακόμα πιο σκληροτράχηλη έκδοση του 4θυρου Rubicon που έχουμε μαζί μας. Βρίσκεται πιο κοντά στην G-Class σε ό,τι αφορά το συνολικό βάρος, αλλά και στην ικανότητα να περάσει από σημεία που μοιάζουν αδιάβατα. Είναι μεγάλο και βαρύ, αλλά όταν κλειδώσεις τα διαφορικά, τότε καταλαβαίνεις τι σημαίνει αυτό το περίφημο «θα περάσω από παντού, από πάνω ή… από μέσα».

Περάσαμε μια ολόκληρη μέρα στο λατομείο και στο τέλος η λάσπη πάνω, αλλά και κάτω από τα αυτοκίνητα ήταν τόσο πολλή που δεν αρκούσε το νερό με πίεση για να φύγει. Επρεπε να τη χτυπήσουμε με καλέμι. Στο εσωτερικό οι μοκέτες είχαν αποκτήσει και στα τρία μια παχιά στρώση που στέγνωνε, ενώ παντού στην καμπίνα έβλεπες δαχτυλιές και σημάδια, είτε πάνω στη σκόνη είτε από σκόνη και λάσπη που έχει στεγνώσει. Η εικόνα και των τριών, δηλαδή, ήταν υπέροχη. Κάνω τον απολογισμό και σκέφτομαι πως όλη τη μέρα, παρά τις «προσπάθειές μας», κανένα από τα τρία δεν κόλλησε. Πέρασαν όλα από σημεία όχι απλά δύσκολα, αλλά φαινομενικά αδύνατα, χάρη στην επιμονή των εταιρειών να συνεχίσουν να παράγουν αυτοκίνητα με τη συνταγή της σκληράδας, η οποία έχει εγκαταλειφθεί από την πλειονότητα των κατασκευαστών στο όνομα της πιο φιλικής -μεσοβέζικης- τετρακίνησης που βασίζεται στο software και είναι σημαντικά πιο οικονομική στην παραγωγή. Ολα τα παραπάνω δε είναι σημειώσεις που πρέπει να κρατήσει η Land Rover και για το αναμενόμενο Defender, αλλά και για εκείνα που θα ακολουθήσουν.

JEEP WRANGLER RUBICON 4-DOOR
Τιμή €74.900 (Sport)
Κινητήρας 2.143cc turbodiesel 4κύλινδρος, 200PS @ 3.500 rpm, 45,9 kgm @ 2.000 rpm
Επιδόσεις 0-100km/h 10,3”, τελική ταχύτητα 160 km/h
Κατανάλωση 6,5lt/100 km, 206g/km CO2

SUZUKI JIMNY
Tιμή από €16.270
Κινητήρας 1.462cc 16v 4κύλινδρος, 102PS @ 6.000 rpm, 13,3kgm @ 4.000 rpm
Επιδόσεις 0-100km/h ?????, τελική ταχύτητα 145km/h
Κατανάλωση 6,7 lt/100 km, 178g/km CO2

MERCEDES-AMG G63
Τιμή €275.190
Κινητήρας 3.982cc 32v V8, 585 PS @ 6.000 rpm, 86,7 kgm @ 2.500 rpm
Επιδόσεις 0-100 km/h 4,5”, τελική ταχύτητα 220km/h
Κατανάλωση 11,0 lt/100 km, 299g/km CO2