Με δραχμή ή με ευρώ; – Πότε ήταν πιο φθηνά τα αυτοκίνητα;
ΝΕΑ
Στον περισσότερο κόσμο έχει περάσει η πεποίθηση ότι τα αυτοκίνητα έχουν γίνει πανάκριβα. Κάνοντας όμως μια αναδρομή στα «χρυσά χρόνια» των 90’s βλέπουμε ότι παντού υπάρχει ένας μύθος.
WHAT CAR
Η Ελλάδα της διετίας 1994-1996 βρισκόταν σε ένα πολύ δύσκολο σταυροδρόμι. Στεκόταν μετέωρη μπροστά στα κεκτημένα της πρώτης οκταετίας του ΠΑΣΟΚ και στις δύσκολες αποφάσεις που έπρεπε να παρθούν για τα χρόνια που έρχονταν, σε μια ταυτοτική περιδίνηση του Έλληνα και τα πρώτα ηχηρά καμπανάκια για την κατάσταση της εγχώριας οικονομίας.
Το 1995 υπήρξε χρονιά σταθμός, μιας και ο θάνατος του Ανδρέα Παπανδρέου έκλεισε μία ολόκληρη εποχή για την χώρα μας. Τον διαδέχθηκε ο Κώστας Σημίτης, με μία διαφορετική ατζέντα και ένα εκσυγχρονιστικό πλάνο με τα καλά και τα κακά του όπως φάνηκε εκ των υστέρων.
Η αγορά αυτοκινήτου ήταν και τότε (όπως και στις μέρες μας) το βαρόμετρο για την πολιτική αλλά και κοινωνική κατάσταση της χώρας. Μετά την «εθνική παλιγενεσία» της πρώτης και ορίτζιναλ απόσυρσης το 1991-1992, στα μέσα των 90’s η αγορά επανήλθε σε πιο φυσιολογικά νούμερα.
Συγκεκριμένα, από τις σχεδόν 200 χιλιάδες πωλήσεις του 1992 που κορυφώθηκε η απόσυρση, σταδιακά η αγορά επέστρεψε σε πιο λογικά νούμερα, με το 1995 να είναι μια κακή χρονιά, κλείνοντας στις 128.137 μονάδες (διόλου τυχαίο, κάπου εκεί κινείται και σήμερα η αγορά στην χώρα μας).

Σε εκείνη την αγορά, οι πρωταγωνιστές ήταν τελείως διαφορετικοί από ότι στις μέρες μας. Μετά την κυριαρχία της Nissan στις αρχές της δεκαετίας, την σκυτάλη είχε πάρει η Fiat που κυριάρχησε μεταξύ 1994-1997, μέχρι να αναλάβει το 1998 και το 1999 η Toyota και από τότε να παραμείνει η επίσημη αγαπημένη του ελληνικού κοινού.
Το αυτοκίνητο που κυριαρχούσε στην τριετία 1994-1996 ήταν το αξέχαστο Fiat Punto, έχοντας πωλήσει το 1995, 6.415 μονάδες. Ακολουθούσε η Corolla, έχοντας πίσω του το Hyundai Accent (η είσοδος των Κορεατών ήταν τότε η μεγάλη είδηση για την χώρα μας όπως τώρα συμβαίνει με τους Κινέζους), ενώ την πεντάδα έκλειναν τα Opel Corsa, Seat Ibiza και VW Polo.
Πωλήσεις επιβατικών αυτοκινήτων στην Ελλάδα το 1995 | |||
Θέση | Μάρκα | Πωλήσεις | % |
1 | Fiat | 16.573 | 12.9 |
2 | Toyota | 10.651 | 8.3 |
3 | Opel | 8.956 | 7.0 |
4 | Seat | 8.456 | 6.6 |
5 | Volkswagen | 8.414 | 6.5 |
6 | Nissan | 7.148 | 5.6 |
7 | Citroen | 6.867 | 5.4 |
8 | Renault | 6.024 | 4.7 |
9 | Hyundai | 5.884 | 4.6 |
10 | Peugeot | 5.738 | 4.5 |
11 | Ford | 5.645 | 4.4 |
12 | Alfa Romeo | 5.184 | 4.0 |
13 | Suzuki | 5.083 | 4.0 |
14 | Lancia | 4.006 | 3.1 |
15 | Rover | 3.428 | 2.7 |
16 | BMW | 2.623 | 2.0 |
17 | Audi | 2.383 | 1.9 |
18 | Mercedes-Benz | 2.125 | 1.7 |
19 | Skoda | 2.050 | 1.6 |
20 | Honda | 1.881 | 1.5 |
Ας έλθουμε όμως στο ζητούμενο του άρθρου μας. Και ας δούμε από διαφημίσεις της εποχής, πόσο κόστιζε ένα μικρό σούπερ μίνι εκείνης της εποχής κάνοντας την σύγκριση με το ίδιο μοντέλο, της ίδιας μάρκας στο 2025.
Βλέποντας μία διαφήμιση της Seat από το 1996, παρατηρούμε ότι το Seat Ibiza ξεκινούσε από τα 2.950.000 δραχμές. Η βασική αυτή έκδοση ήταν εντελώς γυμνή, ακόμα και για τα δεδομένα της εποχής, οπότε για την σύγκρισή μας θα πάρουμε την πιο πλούσια εξοπλισμένη έκδοση SXE, στο τρίθυρο αμάξωμα.
Όταν λέμε πλούσια εξοπλισμένη έκδοση, μιλάμε βέβαια για τα στάνταρ της εποχής. Περιλαμβάνει δηλαδή, υδραυλικό τιμόνι, ζάντες αλουμινίου, ηλεκτρικά παράθυρα και καθρέπτες, κεντρικό κλείδωμα, συναγερμό και ιμομπιλάιζερ (ο κλιματισμός ήταν λέξη άγνωστη ακόμα για αυτοκίνητα αυτής της κατηγορίας).

Η έκδοση αυτό κόστιζε το 1996 3.750.000 δραχμές, δηλαδή 11.000 ευρώ με την ισοτιμία που μπήκαμε στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. Κάνοντας -όπως είναι απαραίτητο- την αναγωγή με δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ και μέσα από την ιστοσελίδα ergatika.gr, ο πληθωρισμός που έχει μεσολαβήσει αυτές τις τρεις δεκαετίες, ανεβάζει αυτό το ποσό στις 19.952 ευρώ.
Με άλλα λόγια, εκείνο το αυτοκίνητο 30 χρόνια πριν, με ότι αυτό συνεπάγεται σε τεχνολογία, ασφάλεια και οικονομία, κοστίζει με σημερινά χρήματα σχεδόν 20 χιλιάρικα.
Ας δούμε όμως τι αγοράζει κανείς αν επιλέξει το σημερινό Seat Ibiza. Ο τιμοκατάλογος της εταιρείας ξεκινά από τα μόλις 15.990 ευρώ για την έκδοση Reference και φθάνει έως τα 20.090 ευρώ για την έκδοση Style.
Μένοντας στην τελευταία, που έχει αντίστοιχη τιμή με το μοντέλο προ 30ετίας, θα δούμε ότι περιλαμβάνει μεταξύ άλλων οθόνη multimedia 8,25 ιντσών, αυτόματο διζωνικό κλιματισμό, cruise control, και ένα πλήθος συστημάτων για την ασφάλεια και την υποβοήθηση του οδηγού.
Ένα πραγματικό υπερθέαμα τεχνολογίας και ψηφιακών παροχών, που προφανώς καμία σχέση δεν έχουν με τα «ηλεκτρικά παράθυρα» και το αλήστου μνήμης «ιμομπιλάιζερ» της δεκαετίας του 90.

Οι διαφορές βέβαια δεν μένουν σε αυτά. Το σημερινό αυτοκίνητο είναι αρκετά μεγαλύτερο, πιο ευρύχωρο, με ποιότητα και ανέσεις που απέναντι στο Ιμπιζάκι του 1995 μοιάζει σαν να έχει προσγειωθεί από έναν πλανήτη έτη φωτός μακριά.
Είναι επίσης πολύ πιο ασφαλές (χάρη στα νέα δεδομένα που ισχύουν για την κατασκευή των πλαισίων), πολύ πιο γρήγορο, καλύτερα στημένο και πιο απολαυστικό στον δρόμο και σε κάθε περίπτωση πολύ πιο οικονομικό σε βενζίνη.
Έχοντας ως παράδειγμα λοιπόν το Seat Ibiza, είναι προφανές ότι το σημερινό αυτοκίνητο, ως πραγματική αξία για τον οδηγό, είναι σαφώς πιο φθηνό σε σύγκριση με εκείνο 30 χρόνων πίσω.
Το παράδειγμα του Ibiza δεν είναι το μοναδικό, καθώς το ίδιο συμβαίνει λίγο-πολύ με όλα τα μοντέλα της εποχής όπως φαίνεται από κάποιες διαφημιστικές καταχωρήσεις που αλιεύσαμε. Και γίνεται ακόμα χειρότερο αν μιλήσουμε για μεγαλύτερες και πιο πολυτελείς κατηγορίες.
Σε εκείνες τις κατηγορίες το ελληνικό κράτος πειραματιζόταν πάντα πολύ περισσότερο, με εξοντωτικούς φόρους και παράλογες επιβαρύνσεις. Ενώ, τα σύγχρονα premium αυτοκίνητα έχουν κάνει πολύ μεγαλύτερα άλματα σε σχέση με τις μικρές κατηγορίες στις οποίες ανήκει και το δικό μας case study, το προαναφερθέν Seat Ibiza.

Σε όλα αυτά δεν αγνοούμε βέβαια τον παράγοντα «αγοραστική δύναμη» και το πως αυτή έχει μεταβληθεί στα χρόνια που πέρασαν, ιδίως κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης (ουσιαστικά της πτώχευσης της χώρας). Να υπενθυμίσουμε απλά ότι ο κατώτερος μισθός το 1995 ήταν κοντά στις 120.000 δραχμές με τον πληθωρισμό να τρέχει σε διψήφια νούμερα.
Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι το παράδειγμα που φέραμε δείχνει ανάγλυφα ότι τα αυτοκίνητα όχι μόνο δεν έχουν ακριβύνει όπως είναι η γενική εντύπωση. Αλλά έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη αξία, και -κυρίως- προσφέρουν ασφάλεια και οικονομία που κάνουν τα 90’s να μοιάζουν ένας αιώνας πριν.